Αθηνα
Βασιλίσσης Σοφίας 121, 11524
Τηλ.:(+30) 210 6436 258
ΣΥΡΟΣ
Ηρώων Πολυτεχνείου & Παραλία Καρνάγιο
Κτίριο Β, 1ος όροφος (είσοδος από Παραλία) 84 100, Ερμούπολη
Τηλ.:(+30) 22810 77 188
Βασιλίσσης Σοφίας 121, 11524
Τηλ.:(+30) 210 6436 258
Ηρώων Πολυτεχνείου & Παραλία Καρνάγιο
Κτίριο Β, 1ος όροφος (είσοδος από Παραλία) 84 100, Ερμούπολη
Τηλ.:(+30) 22810 77 188
Τα ινομυώματα (ή λειομυώματα) είναι καλοήθεις όγκοι της μήτρας που εμφανίζονται συχνότερα κατά την αναπαραγωγική ηλικία, κυρίως μετά τα 35 έτη. Ειδικότερα, το ινομύωμα είναι μια συμπαγής μάζα, συνήθως σφαιρικού σχήματος και σκληρή στη σύσταση, η οποία αποτελείται από λείες μυϊκές ίνες του τοιχώματος της μήτρας και από μερικές ίνες συνδετικού ιστού.
Αν και συνήθως δεν προκαλούν σοβαρά συμπτώματα, η συμπτωματολογία τους εξαρτάται από το μέγεθος, τη θέση και τον αριθμό τους. Καθώς επηρεάζονται από τις ορμόνες, έχουν την τάση να αυξάνονται πριν την εμμηνόπαυση και να συρρικνώνονται μετά από αυτήν, ενώ μπορεί να επανεμφανιστούν ακόμη και μετά από θεραπεία.
Μπορεί να σχετίζονται με ορμονικούς παράγοντες, καθώς εξαρτώνται από τα επίπεδα οιστρογόνων, που μειώνονται στην εμμηνόπαυση (με αποτέλεσμα τη συρρίκνωση τους) και αυξάνονται στην εγκυμοσύνη (οδηγώντας σε ανάπτυξή τους). Η εμφάνισή τους μπορεί να σχετίζεται με κληρονομικότητα. Επίσης, διαφέρουν σε αριθμό, μέγεθος και σχήμα, από λίγα χιλιοστά έως πάνω από 10 εκατοστά, και καθώς μεγαλώνουν, μπορεί να παραμορφώσουν τη μήτρα και να προκαλέσουν συμπτώματα, ενώ η νέκρωση του εσωτερικού τους μπορεί να προκαλέσει πόνο.
Ανάλογα πάντα με τη θέση τους διακρίνονται στους εξής τύπους:
Η συχνότητα τους είναι περίπου 20-40% στις γυναίκες, αλλά μόνο ένα μικρό ποσοστό θα παρουσιάσει συμπτώματα και θα απαιτήσει θεραπεία. Ο κίνδυνος μετατροπής τους σε κακοήθεια είναι μικρότερος του 1% (1-2 στα 1000). Τα καρκινικά ινομυώματα είναι μια μορφή σαρκώματος (λειομυοσάρκωμα). Τα λειομυοσαρκώματα εμφανίζονται σε πολύ μικρό ποσοστό. Ωστόσο, οι γυναίκες που εμφανίζουν γρήγορη ανάπτυξη ινομυωμάτων της μήτρας ή κατά την εμμηνόπαυση, θα πρέπει να υποβάλλονται σε άμεσες εξετάσεις.
Τα περισσότερα είναι ασυμπτωματικά και μπορεί να εντοπιστούν τυχαία σε κάποιον υπερηχογραφικό έλεγχο. Η μη εκδήλωση συμπτωμάτων συνδέεται συνήθως με το μέγεθος και τη θέση τους. Στις περιπτώσεις που εκδηλώνονται, αυτά περιλαμβάνουν πολύ έντονες ή επώδυνες εμμηνορροϊκές περιόδους που μπορεί να προκαλέσουν και αναιμία, αίσθηση βάρους χαμηλά στην κοιλιά, διαταραχές σε ούρηση και αφόδευση και πόνο κατά τη σεξουαλική επαφή.
Έχουν επίσης συνδεθεί με προβλήματα γονιμότητας καθώς παραμορφώνουν τη μήτρα και μπορεί να επηρεάσουν τη λειτουργία της. Επίσης, έχουν συνδεθεί με πρόωρους τοκετούς, αποκολλήσεις πλακούντα, ενώ μπορεί να είναι υπεύθυνα για επιπλοκές κατά τον τοκετό.
Ένα ινομύωμα μπορεί να χρειασθεί να αφαιρεθεί χειρουργικά τη στιγμή που παρουσιάζονται ένα από τα παρακάτω συμπτώματα:
Δείτε πότε ένα ινομύωμα μπορεί να είναι επικίνδυνο.
Διαγιγνώσκονται συνήθως τυχαία κατά τη διάρκεια μιας κλασικής γυναικολογικής εξέτασης. Η κλινική εξέταση μπορεί να δημιουργήσει υποψίες, αλλά το υπερηχογράφημα της πυέλου είναι αυτό που θα επιβεβαιώσει τη διάγνωση και θα βοηθήσει στην καλύτερη εκτίμηση των διαστάσεων και της θέσης τους.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, όπου η ασθενής παρουσιάζει πολλαπλά ινομυώματα, συνιστάται προεγχειρητικά να χρησιμοποιηθούν και άλλες τεχνικές απεικόνισης, όπως η μαγνητική τομογραφία, για ακριβέστερη απεικόνιση. Για μερικά από αυτά, που βρίσκονται εντός της μήτρας (υποβλεννογόνιο), ο ιατρός μπορεί να εφαρμόσει πιο εξειδικευμένες εξετάσεις, όπως τρισδιάστατο υπερηχογράφημα και υστερογραφία.
Όταν είναι μικρά και δεν προκαλούν συμπτώματα, δεν απαιτείται θεραπεία, παρά μόνο τακτική παρακολούθηση. Η αντιμετώπιση των ινομυωμάτων κρίνεται απαραίτητη όταν προκαλούν ενοχλητικά συμπτώματα (π.χ. πίεση στην πυελική κοιλότητα, υπογονιμότητα, αποβολές, διαταραχές ούρησης) ή όταν εμποδίζουν τη γυναικολογική εκτίμηση. Οι θεραπευτικές επιλογές διακρίνονται σε συντηρητικές και χειρουργικές, και εξατομικεύονται ανάλογα με το μέγεθος, τη θέση, τα συμπτώματα, την ηλικία της γυναίκας και την επιθυμία για τεκνοποίηση.
Η φαρμακευτική αγωγή στοχεύει στη μείωση των επιπέδων οιστρογόνων, ώστε να συρρικνωθούν και να περιοριστούν τα συμπτώματα. Περιλαμβάνει θεραπείες με προγεστερόνη, αντισυλληπτικά ή φάρμακα που προκαλούν προσωρινή εμμηνόπαυση. Η τελευταία επιλογή εφαρμόζεται για σύντομο χρονικό διάστημα, καθώς μπορεί να προκαλέσει παρενέργειες όπως εξάψεις, κολπική ξηρότητα, κόπωση και οστεοπενία. Δεν ενδείκνυται για γυναίκες που επιθυμούν να μείνουν έγκυες.
Η βασική θεραπεία για συμπτωματικά ινομυώματα είναι η χειρουργική αφαίρεση. Σήμερα, προτιμώνται ελάχιστα επεμβατικές μέθοδοι, όπως η υστεροσκόπηση, η λαπαροσκόπηση και η ρομποτική χειρουργική. Η ινομυωματεκτομή, δηλαδή η αφαίρεση των ινομυωμάτων με διατήρηση της μήτρας, επιτρέπει τη διατήρηση της γονιμότητας και μπορεί να γίνει λαπαροσκοπικά ή με ανοιχτή επέμβαση, ανάλογα με το μέγεθος, τη θέση και τον αριθμό των ινομυωμάτων. Μετά την επέμβαση, συνήθως προτείνεται καισαρική τομή σε μελλοντική εγκυμοσύνη.
Η λαπαροσκοπική ινομυωματεκτομή προσφέρει σημαντικά πλεονεκτήματα έναντι της ανοιχτής μεθόδου, καθώς επιτρέπει ταχύτερη ανάρρωση και μικρότερη παραμονή στο νοσοκομείο (1-2 μέρες). Η επιστροφή στις καθημερινές δραστηριότητες γίνεται σε 1-2 εβδομάδες, σε αντίθεση με τις 4-6 εβδομάδες που απαιτεί η ανοιχτή επέμβαση. Υπάρχει επίσης η λαπαροσκοπικά υποβοηθούμενη ινομυωματεκτομή, που με μία μικρή τομή κάτω από 3 εκ., επιτρέπει την αφαίρεση μεγαλύτερων ινομυωμάτων.
Η υστεροσκοπική ινομυωματεκτομή αφορά μόνο τα υποβλεννογόνια που προβάλλουν στην κοιλότητα της μήτρας και αφαιρούνται μέσω του τραχήλου με ειδικό ενδοσκόπιο (υστεροσκόπιο). Αντίθετα, η λαπαροσκοπική μέθοδος μπορεί να αφαιρέσει ινομυώματα κάθε είδους και από οποιοδήποτε σημείο της μήτρας. Η υστεροσκόπηση είναι ελάχιστα επεμβατική και επιτρέπει λεπτομερή έλεγχο της ενδομητρικής κοιλότητας. Σε πολύ εκτεταμένες περιπτώσεις και όταν δεν υπάρχει επιθυμία για τεκνοποίηση, η υστερεκτομή προσφέρει οριστική λύση.
Μπορούν να επηρεάσουν τη γονιμότητα, κυρίως όταν βρίσκονται μέσα στη μήτρα (υποβλεννογόνια), εμποδίζοντας την εμφύτευση ή προκαλώντας αποβολές. Περίπου το 5-10% των γυναικών με υπογονιμότητα έχουν ινομυώματα, αλλά η επίδρασή τους εξαρτάται από μέγεθος και θέση. Οι περισσότερες γυναίκες με ινομυώματα δεν έχουν πρόβλημα γονιμότητας, και πριν από την αντιμετώπισή τους, πρέπει να αποκλειστούν άλλες αιτίες υπογονιμότητας.
Ο φόβος ότι εξελίσσονται σε καρκίνο είναι αβάσιμος. Η σύνδεση μεταξύ ινομυωμάτων και καρκίνου της μήτρας είναι πολύ σπάνια, με λιγότερο από 1 στα 1.000 να γίνονται καρκινικά. Τα καρκινικά ινομυώματα (λειομυοσαρκώματα) είναι σπάνια. Γυναίκες με γρήγορη ανάπτυξη ινομυωμάτων ή εμφάνιση κατά την εμμηνόπαυση πρέπει να εξετάζονται άμεσα.
Συνήθως δεν επηρεάζουν την εγκυμοσύνη, αλλά οι επιπλοκές εξαρτώνται από το μέγεθος, τον αριθμό και τη θέση τους. Μπορεί να προκαλέσουν πόνο, αιμορραγία, αποβολές, αποκόλληση πλακούντα ή πρόωρο τοκετό. Η διαχείριση είναι κυρίως συντηρητική, με προσεκτική παρακολούθηση από τον γιατρό, ενώ σπάνια απαιτείται χειρουργική επέμβαση.
Ναι, μπορούν να επανεμφανιστούν στο 60% περίπου των ασθενών, τόσο μετά από φαρμακευτική θεραπεία όσο και μετά από χειρουργική επέμβαση. Ο μόνος τρόπος για να διασφαλίσετε ότι θα απαλλαγείτε οριστικά από ινομυώματα στο μέλλον είναι με την αφαίρεση της μήτρας (υστερεκτομή), όμως αυτή είναι μια απόφαση που πρέπει να ληφθεί υπό προϋποθέσεις. Σε κάθε περίπτωση, η παρακολούθηση από τον γιατρό είναι σημαντική για την έγκαιρη ανίχνευση πιθανών επανεμφανίσεων.
Ο ρυθμός ανάπτυξης ποικίλλει και επηρεάζεται από ορμόνες, ηλικία, οικογενειακό ιστορικό και διατροφή. Συνήθως μεγαλώνουν αργά και αυξάνονται γρήγορα, ιδιαίτερα στην αναπαραγωγική ηλικία. Κάποια παραμένουν σταθερά για χρόνια, ενώ άλλα συρρικνώνονται μετά την εγκυμοσύνη ή την εμμηνόπαυση. Η τακτική παρακολούθηση από γιατρό είναι απαραίτητη για την εκτίμηση της κατάστασής τους.
Ενώ η εμφάνιση τους έχει συνδεθεί πράγματι με την κληρονομικότητα, η ανάπτυξή τους, όμως, ευνοείται κυρίως από τη μεταβολή των ορμονών. Αν δηλαδή υπάρχουν περιπτώσεις ινομυωμάτων στην οικογένεια, τότε οι γυναίκες έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να αναπτύξουν και αυτές ινομυώματα. Ωστόσο, οι ακριβείς αιτίες εμφάνισής τους δεν είναι πλήρως κατανοητές.
Μπορεί να επηρεάσουν τη σεξουαλική ζωή προκαλώντας πόνο, δυσφορία ή αιμορραγία κατά την επαφή, γεγονός που μπορεί να μειώσει τη διάθεση και να δημιουργήσει άγχος.
Μπορεί σε ορισμένες περιπτώσεις να συρρικνωθούν ή και να εξαφανιστούν, κυρίως μετά την εμμηνόπαυση, λόγω της μείωσης των ορμονών. Πριν από αυτή την περίοδο, συνήθως δεν υποχωρούν χωρίς θεραπεία, αν και μπορεί να παραμείνουν σταθερά ή να αυξάνονται αργά. Σε κάποιες περιπτώσεις, υποχωρούν και μετά τον τοκετό. Η τακτική παρακολούθηση από γιατρό είναι απαραίτητη για την εκτίμηση της πορείας τους.
Πρόκειται για καλοήθεις όγκους που σχετίζονται με τις ορμόνες, κυρίως τα οιστρογόνα και την προγεστερόνη. Αναπτύσσονται συχνότερα κατά την αναπαραγωγική ηλικία, όταν τα επίπεδα των ορμονών είναι υψηλά, ενώ μετά την εμμηνόπαυση συνήθως συρρικνώνονται ή σταθεροποιούνται. Η ανάπτυξή τους μπορεί επίσης να επηρεαστεί από ορμονικές θεραπείες.
Copyright© 2025 | All Rights Reserved drchandakas.gr